Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να εξετάσει τους παράγοντες που σχετίζονται με την κατάθλιψη και την αϋπνία σε ηλικιωμένους που ζουν στην κοινότητα, προκειμένου να εντοπιστούν ανεξάρτητοι παράγοντες πρόβλεψης. Υλικά και μέθοδοι Διεξήχθη μια διατομεακή μελέτη σε 250 ηλικιωμένους ηλικίας 60 ετών και άνω που ζουν σε μια αστική περιοχή. Χρησιμοποιήθηκε μια μέθοδος στρωματοποιημένης τυχαίας δειγματοληψίας για την προσέλκυση των δειγμάτων από πέντε Κέντρα Ανοικτής Φροντίδας Ηλικιωμένων του Δήμου Λάρισας, Ελλάδα. Τα δεδομένα ελήφθησαν μέσω ερωτηματολογίου που περιλάμβανε δημογραφικά, κοινωνικοοικονομικά και σχετιζόμενα με την υγεία χαρακτηριστικά, 15-item Geriatric Depression Scale (GDS-15) και Athens Insomnia Scale (AIS). Πραγματοποιήθηκε ανάλυση απλής και πολλαπλής λογιστικής παλινδρόμησης. Αποτελέσματα Ο επιπολασμός της κατάθλιψης και της αϋπνίας ήταν 28,4% (95% CI: 22,9-33,9) και 39,2% (95% CI: 33,0-45,4), αντίστοιχα. Τα ευρήματά μας έδειξαν ότι η συνολική βαθμολογία GDS-15 σχετιζόταν θετικά με τη συνολική βαθμολογία AIS (r = 0,405, p  0,001). Η ανάλυση παλινδρόμησης με την καλύτερη δυνατή προσαρμογή κατέδειξε τέσσερις σημαντικούς προγνωστικούς παράγοντες (οικογενειακή κατάσταση, μηνιαίο εισόδημα, κατάσταση σωματικού βάρους και αϋπνία)
Η ανάλυση παλινδρόμησης με την καλύτερη δυνατή προσαρμογή κατέδειξε τέσσερις σημαντικούς προγνωστικούς παράγοντες (οικογενειακή κατάσταση, μηνιαίο εισόδημα, κατάσταση σωματικού βάρους και αϋπνία) που εξηγούν το 31,6% της διακύμανσης του κινδύνου κατάθλιψης. Επιπλέον, οι ηλικιωμένοι Έλληνες που ζούσαν στην κοινότητα και είχαν συμπτώματα αϋπνίας ήταν γυναίκες, είχαν χαμηλότερο μηνιαίο εισόδημα και ήταν πιθανότερο να πάσχουν από χρόνιες ασθένειες και κατάθλιψη. Συμπέρασμα Τα ευρήματα αυτά επισημαίνουν τη σημασία της αναγνώρισης των παραγόντων κινδύνου τόσο για την κατάθλιψη όσο και για την αϋπνία στην προσπάθεια εφαρμογής προληπτικών παρεμβάσεων στους ηλικιωμένους και βελτιστοποίησης της ποιότητας ζωής τους.

Περισσότερα Στοιχεία

  • Συγγραφέας Tsaras K, Tsiantoula M, Papathanasiou IV, Papagiannis D, Chatzi M, Fradelos EC.
  • Εκδότης PMC
  • Ημερομηνία Πέμπτη, 18 Μαρτίου 2021
  • Δικαιώματα χρήσης Δωρεάν πνευματικά δικαιώματα
  • Τύπος Έκδοσης Άρθρο
  • Αναγνωριστικά Έκδοσης Cureus . 2021 Mar 18;13(3):e13965.
  • Γλώσσα Αγγλικά
  • DOI 10.7759/cureus.13965.
  • Υλικό ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τους επαγγελματίες υγείας και περίθαλψης, έρευνες

Ιστορικό: Τα μέτρα γνωστικού ελέγχου χορηγούνται ευρέως στην καθημερινή κλινική πρακτική σε διάφορα γηριατρικά περιβάλλοντα. Παρά την παρουσία πολλών εκτεταμένων δοκιμασιών διαλογής, η εξέταση Mini-Mental State Examination (MMSE) εξακολουθεί να χρησιμοποιείται σε μεγάλο βαθμό όχι μόνο από νευροψυχολόγους, νευρολόγους και ψυχιάτρους αλλά και από γενικούς ιατρούς και άλλες ειδικότητες που σχετίζονται με την υγεία.
Σκοπός: Στο παρόν κείμενο παρέχουμε κανονιστικά δεδομένα για το MMSE σε ένα μεγάλο δείγμα υγιών συμμετεχόντων που ζουν στην κοινότητα ηλικίας άνω των 50 ετών, διαστρωματωμένων κατά ηλικία και εκπαίδευση.
Υλικό και µέθοδοι: Το δείγμα περιελάμβανε 925 υγιείς συμμετέχοντες που διέμεναν στην κοινότητα (εύρος ηλικίας: 50-91 έτη) και των δύο φύλων (231 άνδρες/694 γυναίκες) με διαφορετικό μορφωτικό επίπεδο (εύρος: 1-16 έτη). Οι επιδράσεις που σχετίζονται με τα δημογραφικά στοιχεία εξετάστηκαν για τη συνολική βαθμολογία MMSE με τη χρήση ανάλυσης ιεραρχικής παλινδρόμησης- τα κανονιστικά δεδομένα παρουσιάζονται σε μέση τιμή ± τυπική απόκλιση και εκατοστιαίες τάξεις και χωρίζονται σε επτά επικαλυπτόμενους πίνακες ηλικίας με διαφορετικά μέσα στα 55, 60, 65, 70, 75, 80 και 85 έτη με τη διαδικασία επικαλυπτόμενων κελιών.

Αποτελέσματα: Η αρχική ανάλυση δεν έδειξε καμία επίδραση του φύλου, αλλά αποκάλυψε σημαντική συσχέτιση μεταξύ της ηλικίας, της εκπαίδευσης και του συνολικού MMSE. Η ανάλυση ιεραρχικής παλινδρόμησης αποκάλυψε ότι η εκπαίδευση αντιπροσώπευε σημαντικά το 17,3% της συνολικής διακύμανσης του MMSE με την ηλικία να προσθέτει ένα σημαντικό 7,4% στο τελικό μοντέλο (προσαρμοσμένο R2 = 0,246, F = 151,872, p  0,001- ηλικία: β = -0,286, p  0,001- εκπαίδευση: β = 0,332, p  0,001). Το δείγμα στρωματοποιήθηκε σύμφωνα με τη διαδικασία των επικαλυπτόμενων κελιών όσον αφορά την ηλικία (ηλικιακές ομάδες: 50-60, 55-65, 60-70, 65-75, 70-80, 75-85, 80-91)- εξετάστηκαν τέσσερα επίπεδα εκπαίδευσης: 1-5, 6-9, 10-12 και 13-16 έτη.

Συμπεράσματα: Τα τρέχοντα κανονιστικά δεδομένα για την ελληνική έκδοση του MMSE παρέχονται ως ένα χρήσιμο σύνολο προτύπων για την κλινική και ερευνητική πρακτική.

Περισσότερα Στοιχεία

  • Συγγραφέας Mougias A, Christidi F, Kaldi M, Kerossi MI, Athanasouli P, Politis A
  • Εκδότης Springer
  • Ημερομηνία Παρασκευή, 29 Μαΐου 2020
  • Δικαιώματα χρήσης Ο εκδότης κατέχει όλα τα πνευματικά δικαιώματα
  • Τύπος Έκδοσης Άρθρο
  • Αναγνωριστικά Έκδοσης https://link.springer.com/chapter/10.1007/978-3-030-32637-1_9
  • Γλώσσα Αγγλικά
  • Υλικό ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τους επαγγελματίες υγείας και περίθαλψης, έρευνες
Ο επιπολασμός και οι παράγοντες που σχετίζονται με ψυχωτικά συμπτώματα σε ηλικιωμένους δεν έχουν μελετηθεί. Οι στόχοι ήταν να εκτιμηθεί ο επιπολασμός, η συχνότητα και οι σχετικοί με ψυχωτικά συμπτώματα παράγοντες σε ένα αντιπροσωπευτικό ελληνικό δείγμα ηλικιωμένων που ζει στην κοινότητα. Μέθοδοι: Το δείγμα περιλαμβάνει 1.904 κατοίκους της Λάρισας και Μαρουσίου στην Ελλάδα που συμμετείχαν στην Ελληνική Διαχρονική Έρευνα της Γήρανσης και της Διατροφής με διαθέσιμα δεδομένα για 947 άτομα στην έναρξη και κατά την τριετή παρακολούθηση. Η παρουσία ψευδαισθήσεων τον τελευταίο μήνα αξιολογήθηκε με βάση τα 17 συμπτώματα της κλίμακας του Πανεπιστημίου της Κολούμπια για την ψυχοπαθολογία στη νόσο του Alzheimer και τα 14 συμπτώματα του Νευροψυχιατρικού Ερωτηματολογίου. Νευροψυχολογική αξιολόγηση για πιθανή διάγνωση άνοιας και σωματικής συννοσηρότητας πραγματοποιήθηκε από νευρολόγους. Χρησιμοποιήθηκε ανάλύση λογιστικής παλινδρόμησης για την εκτίμηση των κοινωνικοοικονομικών και κλινικών παραγόντων που σχετίζονται με ψυχωτικά συμπτώματα. Αποτελέσματα: Ο επιπολασμός των ψυχωτικών συμπτωμάτων κατά τον προηγούμενο μήνα ήταν 1,9% και 1,0% όταν εξαιρούνταν περιπτώσεις της άνοιας. Ο επιπολασμός οποιασδήποτε ψευδαίσθησης και παραισθήσεως ήταν 0,8% και 0,3% όταν αποκλειόταν η άνοια. Η συχνότητα εμφάνισης ψυχωτικών συμπτωμάτων χωρίς άνοια ήταν 1,3%. Πρόσφατα χηρεύσαντες και οι αγρότες / κτηνοτρόφοι / τεχνίτες, έναντι δημόσιων υπαλλήλων / δασκάλων / στελεχών, είχαν έξι φορές μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης ψυχωτικών συμπτωμάτων χωρίς άνοια. Η ακοή και ο αριθμός των προβλημάτων υγείας αύξησε επίσης τις πιθανότητες, ενώ η αυξημένη ηλικία ήταν προστατευτική. Συμπέρασμα: Τα ψυχωτικά συμπτώματα που δεν σχετίζονται με την άνοια αποτελούν σημαντικό πρόβλημα ψυχικής υγείας στα γηρατειά. Οι παρανοϊκές ψευδαισθλησεις ήταν οι πιο διαδεδομένες. Κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες και η κατάσταση υγείας είναι σημαντικοί προγνωστικοί παράγοντες των ψυχωτικών συμπτωμάτων.

Περισσότερα Στοιχεία

  • Συγγραφέας Vasiliadis H-M., Gournellis R. , Vasiliki Efstathiou V. Stefanis N. , Kosmidise M, Yannakoulia M., Dardiotisg E., Hadjigeorgioug G , Sakka P , Ntanasi E. , Pachij, I. , Stefanis L.,
  • Εκδότης Routledge/ Taylos-Francis
  • Ημερομηνία Τετάρτη, 20 Ιανουαρίου 2021
  • Δικαιώματα χρήσης Ο εκδότης κατέχει όλα τα πνευματικά δικαιώματα
  • Τύπος Έκδοσης Άρθρο
  • Αναγνωριστικά Έκδοσης Ageing and Mental Health
  • Γλώσσα Αγγλικά
  • Υλικό ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τους επαγγελματίες υγείας και περίθαλψης, έρευνες

Εισαγωγή: Στην Ελλάδα οι ηλικιωμένοι αριθμούν το 20% του πληθυσμού, ενώ ο αριθμός όσων ζουν μόνοι αυξάνεται συνεχώς. Με την αύξηση αυτή εμφανίζεται η ανάγκη για την προώθηση υγιούς γήρανσης, της οποίας σημαντικές προϋποθέσεις είναι η καλή υγεία και η αυτονομία. Ταυτόχρονα η οικογένεια ως δομή αλλάζει και τα μέλη της οικογένειας που εμπλέκονταν στη φροντίδα δεν έχουν πλέον τον ίδιο ρόλο, ενώ οι ηλικιωμένοι που ζουν μόνοι ίσως έχουν μεγαλύτερες ανάγκες, οι οποίες θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με τη δημιουργία καταλληλότερων υπηρεσιών υγείας και κοινωνικής πρόνοιας. Σκοπός: Ο σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση της ύπαρξης σχέσης μεταξύ του υποστηρικτικού περιβάλλοντος και της υγείας και ποιότητας ζωής των ηλικιωμένων και η σύγκριση του επιπέδου υγείας και ποιότητας ζωής των ηλικιωμένων ανάλογα με το αν ζουν μόνοι ή με την οικογένειά τους.Υλικό-Μέθοδος: Ο τύπος της μελέτης που επιλέχτηκε ήταν περιγραφικός με χαρακτήρα επισκόπησης και συγχρονικό σχεδιασμό. Το δείγμα της μελέτης ήταν δείγμα ευκολίας και συμπεριλήφθηκαν ηλικιωμένοι που διαβιούν στην κοινότητα στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής και προσεγγίστηκαν στα ΚΑΠΗ των εκάστοτε δήμων. Τα βασικά κριτήρια εισαγωγής του δείγματος ήταν οι ηλικιωμένοι να είναι περίπου σε ίδια αναλογία φύλου και να μην έχουν περιορισμούς στις γνωστικές λειτουργίες. Επίσης αποκλείονταν τα άτομα που είχαν λειτουργική ανικανότητα και εξαρτημένη διαβίωση. Η συλλογή των δεδομένων έγινε με ανώνυμο ερωτηματολόγιο το οποίο συμπληρώθηκε μέσω συνέντευξης από την ερευνήτρια. Το ερωτηματολόγιο περιλάμβανε ερωτήσεις που αφορούσαν δημογραφικά, επαγγελματικά και εκπαιδευτικά δεδομένα, ερωτήσεις για το δίκτυο κοινωνικής υποστήριξης των ηλικιωμένων και ερωτήσεις σε σχέση με την υγεία και τα προβλήματα υγείας όπως τα ανέφεραν οι ίδιοι καθώς και για τη συχνότητα χρήσης υπηρεσιών υγείας. Στη δεύτερη ενότητα συμπεριλήφθηκε το ερωτηματολόγιο για τη σχετιζόμενη με την υγεία ποιότητα ζωής ΕQ-5D, στην τρίτη ενότητα η πολυδιάστατη κλίμακα κοινωνικής υποστήριξης MSPSS και τέλος, η κλίμακα Barthelγια την εκτίμηση της αυτοφροντίδας. Τα ερωτηματολόγια είχαν ικανοποιητικό δείκτη αξιοπιστίας. Για τη στατιστική ανάλυση των δεδομένων της μελέτης, χρησιμοποιήθηκε το στατιστικό πακέτο SPSS 22.0. Για όλες τις συσχετίσεις ή συγκρίσεις το επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας του ελέγχου της υπόθεσης ορίστηκε μικρότερο ή ίσο του 0,05. Οι μέσες τιμές και οι τυπικές αποκλίσεις χρησιμοποιήθηκαν για την περιγραφή των ποσοτικών μεταβλητών. Οι απόλυτες (N) και οι σχετικές (%) συχνότητες χρησιμοποιήθηκαν για την περιγραφή των ποιοτικών μεταβλητών. Για τη διμεταβλητή ανάλυση χρησιμοποιήθηκαν παραμετρικές δοκιμασίες, ενώ για τη συσχέτιση των κλιμάκων μεταξύ τους ο συντελεστής συσχέτισης του Pearson (r). Η ανάλυση γραμμικής παλινδρόμησης (linearregressionanalysis) χρησιμοποιήθηκε για την εύρεση ανεξάρτητων παραγόντων που σχετίζονται με τις διάφορες κλίμακες από την οποία προέκυψε ο συντελεστής εξάρτησης (β) και το τυπικό σφάλμα.Αποτελέσματα: Το μεγαλύτερο ποσοστό (61,4%) των ηλικιωμένων ήταν γυναίκες, με μέση ηλικία τα 75,2 έτη. Το μεγαλύτερο ποσοστό ήταν είτε παντρεμένοι (46,3%), είτε χήροι (43,9). Οι μισοί ηλικιωμένοι (40,6%), ήταν απόφοιτοι δημοτικού. Σχεδόν το σύνολο των ηλικιωμένων ανέφερε πως είχε οικονομική αυτοδυναμία (94,5%). Σχεδόν οι μισοί ηλικιωμένοι (43%) ζούσαν με την οικογένειά τους, ενώ αρκετοί ήταν κι αυτοί που ζούσαν μόνοι τους (37,6%). Από εκείνους που διαβιούν μόνιμα στην Αθήνα τουλάχιστον οι μισοί (51,6%), μένουν με τα παιδιά τους. Όταν οι ηλικιωμένοι ρωτήθηκαν για να συγκρίνουν την υγεία τους με τους συνομήλικους τους, οι μισοί σχεδόν ανέφεραν ότι έχουν καλύτερο επίπεδο υγείας. Οι περισσότεροι ηλικιωμένοι δεν είχαν κανένα πρόβλημα στην κινητικότητα, στην αυτοεξυπηρέτηση η πλειοψηφία (86,9%) δεν ανέφερε κανένα πρόβλημα, όπως και στην εκτέλεση συνηθισμένων δραστηριοτήτων (76,9%). Στον τομέα του πόνου και της δυσφορίας οι μισοί ηλικιωμένοι ανέφεραν ότι είχαν μερικά προβλήματα και στον τομέα του άγχους και της θλίψης το 43% είχε μερικά προβλήματα και το 40% πολλά. Στην κλίμακα VAS, βρέθηκε ότι οι ηλικιωμένοι αξιολόγησαν την υγεία τους ως μέτρια. Η μέση τιμή της κλίμακας για την αντιλαμβανόμενη κοινωνική υποστήριξη ήταν 61,4, ενώ υψηλότερες ήταν για την υποστήριξη από σημαντικούς άλλους και την οικογένεια, ενώ χαμηλότερη ήταν από τους φίλους. Στατιστικά σημαντική ανεξάρτητη σχέση με την κλίμακα κοινωνικής υποστήριξης αναδείχθηκε πως έχουν το φύλο, η ύπαρξη τέκνων, οι έγγαμοι, η πρόσφατη επίσκεψη, οι πολύ καλές ή καλές σχέσεις με τους γείτονες, η καλή ακοή και όραση και η κατάσταση της υγείας. Στατιστικά σημαντική ανεξάρτητη σχέση με την κλίμακα EQ5D αναδείχθηκε πως έχουν το φύλο, το αν ζουν μόνοι, η μόνιμη διαμονή στην Αθήνα, η πρόσφατη ή σχετικά πρόσφατη επίσκεψη, η παροχή βοήθειας στην ανατροφή εγγονιών, κλπ, η συμμετοχή σε συλλόγους, η ύπαρξη χρόνιου προβλήματος υγείας, η λήψη τουλάχιστον τριών φαρμάκων και η κοινωνική υποστήριξη από σημαντικά άλλα πρόσωπα. Στατιστικά σημαντική ανεξάρτητη σχέση με το δείκτη EQ-VAS αναδείχθηκε πως έχουν η συνταξιοδότηση, οι σχέσεις με τους γείτονες, η ίδια ή καλύτερη υγεία συγκριτικά με τους συνομήλικους τους, το χρόνιο πρόβλημα υγείας οι δυσκολίες στη μάσηση, η λήψη φαρμάκων και η κοινωνική υποστήριξη από φίλους.Συμπεράσματα: Η σχετιζόμενη με την υγεία ποιότητα ζωής των ηλικιωμένων επηρεάζεται από την κατάσταση της υγείας τους, αλλά και από την κοινωνική υποστήριξη που δέχονται οι ηλικιωμένοι. Η επαφή τους με την οικογένεια, τις κοινωνικές ομάδες που ανήκουν και τις υπόλοιπες επαφές τους μπορούν να αυξήσουν το επίπεδο της αυτοφροντίδα τους, την ποιότητα ζωής και την κοινωνική τους υποστήριξη παρά τα προβλήματα υγείας. Η παρούσα μελέτη έδειξε τη σχέση μεταξύ της σχετιζόμενης με την υγεία ποιότητας ζωής και κοινωνικής υποστήριξης των ηλικιωμένων που ζουν στην κοινότητα. Τα αποτελέσματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ανάπτυξη υπηρεσιών φροντίδας και κοινωνικής πρόνοιας για τους ηλικιωμένους.

Περισσότερα Στοιχεία

  • Συγγραφέας Ευσταθία Σαρλά
  • Εκδότης Τομέας Δημόσιας Υγείας, Τμήμα Νοσηλευτικής ΕΚΠΑ
  • Ημερομηνία Τρίτη, 01 Αυγούστου 2017
  • Δικαιώματα χρήσης Ο συγγραφέας κατέχει όλα τα πνευματικά δικαιώματα
  • Τύπος Έκδοσης Πτυχιακή, διατριβή
  • Γλώσσα Ελληνικά
  • Υλικό ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για το κοινό, για τους επαγγελματίες υγείας και περίθαλψης, διατριβές, έρευνες

Οι αγχώδεις και οι καταθλιπτικές διαταραχές αποτελούν σοβαρό πρόβληµα στην Τρίτη Ηλικία, το οποίο συχνά υποεκτιµάται. Σκοπός της παρούσας µελέτης ήταν να διερευνηθεί η συχνότητα του άγχους και της κατάθλιψης σε µία οµάδα υπερηλίκων ασθενών που επισκέπτονται τα ΚΑΠΗ επαρχιακής πόλης. Σε 165 ηλικιωµένους επισκέπτες των ΚΑΠΗ, 20 γυναίκες και 121 άνδρες, και σε 20 ακόµα άτοµα που αρνήθηκαν να συµπληρώσουν φύλο και ηλικία, διανεµήθηκε το ερωτηµατολόγιο των Bedford & Foulds για το άγχος και την κατάθλιψη. Συνολικά, 4 άτοµα αρνήθηκαν να λάβουν µέρος στη µελέτη. Ο µέσος όρος ηλικίας των ασθενών ήταν τα 75, 59 +/-6,29 έτη. Τα αποτελέσµατα έδειξαν υψηλή συχνότητα και των δύο διαταραχών, σε ποσοστό σηµαντικά υψηλότερο του γενικού πληθυσµού. Υπήρξε ελαφρά υπεροχή των γυναικών στη σοβαρότητα της διαταραχής, όχι όµως στατιστικά σηµαντική. Επισηµαίνεται η αυξηµένη ανάγκη για παρέµβαση στους υπερήλικες σε σχέση µε τις ψυχικές διαταραχές.

Περισσότερα Στοιχεία

  • Συγγραφέας Ρούπα Ζ., Τάτσιου Ι., Τσικληταρά Ά., Κουλούρη Α.,Νίκας Μ., Μπισκίνη Ι., Σωτηροπούλου Π..
  • Εκδότης Διεπιστημονική φροντίδα υγείας
  • Ημερομηνία Πέμπτη, 01 Ιανουαρίου 2009
  • Δικαιώματα χρήσης Ο εκδότης κατέχει όλα τα πνευματικά δικαιώματα
  • Τύπος Έκδοσης Άρθρο
  • Γλώσσα Ελληνικά
  • Υλικό ιδιαίτερου ενδιαφέροντος έρευνες

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Επιλέγοντας κατηγορία μπορείτε να δείτε παρακατω τα άρθρα που ανήκουν σε αυτή.

Επιλέγοντας "Πίσω" επιστρέφετε στην προηγούμενη κατηγορία.